19η ΜΑΙΟΥ. ΔΕΝ ΞΕΧΝΩ ΤΟΝ ΠΟΝΤΟ.

Δευτέρα 21 Μαΐου 2012

Η Καμπάνα του Πόντου. Video. Μέρος 4



(Επιμέλεια video:  Σαββίδου Λένα για την Εύξεινο Λέσχη Τρικάλων και το Thalassa Karadeniz)


Το τέταρτο μέρος από την δισκογραφική μεταφορά του ποιήματος του Φίλωνα Κτενίδη "Η Καμπάνα του Πόντου". Περιλαμβάνει μέρος του τρίτου κι όλο το τέταρτο κεφάλαιο του ποιήματος.
Σε αυτό το κομμάτι μοιρολογεί η Κρώμνη. Από τα συγκλονιστικότερα μοιρολόγια που χουν ποτέ ακουστεί.
Η Κρώμνη υπήρξε για τον Πόντο η κοιτίδα των τραγουδιών του. Στα φημισμένα παρχάρια της κάθε καλοκαίρι μαζεύονταν από όλη τη Μαυροθάλασσα παραθεριστές και ζωντάνευε ο τόπος από τα γλέντια τους. Οι ξακουστοί λυράρηδες της έπαιζαν τα καινούργια τραγούδια τους και μάλιστα ο σημερινός όρος Ποντιακό τραγούδι τότε αποδιδόταν με τον όρο: Κρωμνέτκα τραγωδίας.
Η Κρώμνη στο ποίημα, από χαράς πουλί και μάνα του τραγουδιού γίνεται πενθούσα μητέρα. Η λύρα της που κάποτε έδιδε κέφι και ζωή τώρα πια γίνεται ξύλο για να φτιαχθεί η νεκρική κασέλα των παιδιών της που σφάζει το μαχαίρι του Τούρκου. Οι χορδές της γίνονται δεσίματα για τα φορτία πόνου της ψυχής της και μοιρολογεί τον χαμό της.
Τα βουνά στο άκουσμα του σπαραγμού της χαμηλώνουν από την θλίψη και μαζί της κλαίνε κι αυτά.
Παρακαλά η έρμη το θεό να την ακούσει και να δείξει τη δύναμη του. Να κάμει το θαύμα του και να την μετατρέψει σε ότι άψυχο κι ακίνητο αυτός θέλει αρκεί να την αφήσει να παραμείνει στον Πόντο. Τον παρακαλεί να την κάμει πέτρινο γκρεμό όπως τα Αλογοστάρια, πράσινο λιβάδι σαν τα Λειβαδεία, ασάλευτο βουνό σαν τον Άη Παύλο, να μην μπορεί να περπατά και στον τόπο της να μείνει.
Έχει κήπους απότιστους, δικαιολογεί το αίτημα της στο Θεό, πρόβατα και γίδια που πρέπει να πάει να αλμέξει, ζώα που την περιμένουν να τα ταΐσει, πιστά σκυλιά που κι αυτά την καρτερούν να τα φροντίσει. Έχει αφήσει, του λέγει και τις πόρτες ανοιχτές . Τις πόρτες και τα παραθύρια και θα μπει ο άνεμος και θα σβήσει την καντήλα…
Παρακαλεί το Θεό να τη λυπηθεί και να την κάμει πέτρα καταρράχτη, βαριά κι ασάλευτη, να την κάμει κάτω πέρασμα σπηλιάς θαμμένο στο χώμα, μικρό πετραδάκι αν θέλει ή αν πάλι προτιμά ας την κάμει χώμα. Ας την κάμει ότι Αυτός ορίσει, μα ας την αφήσει να μείνει στον τόπο της.
Στον τόπο όπου γεννήθηκε θέλει και να ταφεί, στο ίδιο μνήμα που έθαψε την μάνα της και τον πατέρα της.
Και καθώς κλαίει και παρακαλεί το Θεό να την λυπηθεί κοντά της έρχεται η αδελφή της πόλη, η Ίμερα που ο Κτενίδης την παρομοιάζει με σπουδαία οικοκυρά.
Μαζί οι δυο αδελφές αφήνουν τα δάκρυα τους να κυλήσουν, να γίνουν ποτάμι και χάνονται στην καταιγίδα των δακρύων…



Λένα Σαββίδου



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου